Wednesday, 15 January 2014

Giorgio Agamben: Κρίση, Ενοχή, Μεσσίας

Pen and watercolour of William Blake's A Vision of the Last Judgment, 1808.

H τιμωρία για όσους απομακρύνονται από την αγάπη είναι να παραδοθούν στην εξουσία της Κρίσεως: πρέπει να κρίνουν ο ένας τον άλλο.

Aυτό είναι το νόημα της κατίσχυσης του δικαίου στην εποχή μας: όλες οι άλλες εξουσίες, θρησκευτικές και ηθικές, έχουν χάσει την ισχύ τους και δεν επιβιώνουν παρά μόνο ως μείωση ή αναστολή της ποινής και σε καμία περίπτωση ως διακοπή ή άρνηση της κρίσεως. Έτσι, τίποτε δεν είναι πιο καταθλιπτικό από αυτή την άνευ όρων ισχύ των δικαιικών κατηγοριών σε έναν κόσμο όπου αυτές δεν απηχούν κανένα κατανοητό ηθικό περιεχόμενο: η ισχύς τους είναι πράγματι χωρίς νόημα, όσο ανεξιχνίαστη είναι, στην παραβολή του Κάφκα, και η έκφραση στο πρόσωπο του φρουρού του νόμου. Αυτή η απώλεια νοήματος, η οποία μετατρέπει και την επαρκέστερα αιτιολογημένη καταδικαστική απόφαση σε μια απαλλαγή λόγω αμφιβολιών (non liquet), έρχεται εκτυφλωτικά στο φως με τις ομολογίες του Μπετίνο Kράξι και των ισχυρών που μας κυβερνούσαν μέχρι χθες, τη στιγμή που πρέπει να παραδώσουν τη σκυτάλη σε άλλους, πιθανόν όχι καλύτερους από τους ίδιους. Διότι, εδώ, το να αναγνωρίσεις την ενοχή σου συνιστά αμέσως μια καθολική επίκληση της συνενοχής του καθενός απέναντι σε όλους τους άλλους, κι εκεί όπου όλοι είναι ένοχοι η κρίση είναι τεχνικά αδύνατη. (Ακόμη και ο Κύριος την Ημέρα της Κρίσεως θα απέφευγε να βγάλει απόφαση αν είχε να κάνει μόνο με καταδικασμένους). Εκεί, ο νόμος θα αποσυρόταν στην αρχέγονη προσταγή η οποία, σύμφωνα με την πρόθεση του Απόστολου Παύλου, εκφράζει την εσωτερική του αντίφαση: Ἔνοχος ἔσται!

Τίποτε δεν φανερώνει καλύτερα την οριστική έκπτωση της χριστιανικής ηθικής της αγάπης, ως δύναμης που ενώνει τα ανθρώπινα όντα, από αυτή την πρωτοκαθεδρία του δικαίου. Αλλά έτσι προδίδεται και η άνευ όρων εγκατάλειψη κάθε μεσσιανικής πρόθεσης εκ μέρους της Εκκλησίας του Χριστού. Και τούτο διότι ο Μεσσίας είναι η μορφή μέσα από την οποία η θρησκεία έρχεται αντιμέτωπη με το πρόβλημα του νόμου, μέσα από την οποία θρησκεία και νόμος έρχονται σε τελική αναμέτρηση και λύνουν οριστικά τους λογαριασμούς τους. Στην πραγματικότητα, τόσο στον ιουδαϊσμό όσο και στον χριστιανισμό και το σιιτικό Ισλάμ, το μεσσιανικό συμβάν σηματοδοτεί πρωτίστως μια κρίση και μια ριζική μεταμόρφωση στην ίδια τη νομική τάξη της θρησκευτικής παράδοσης. Ο παλαιός νόμος (η Τορά της Δημιουργίας), που ήταν σε ισχύ έως τότε, παύει να είναι σε ισχύ· όμως, προφανώς, το ζήτημα εδώ δεν είναι να υποκατασταθεί ο παλαιός νόμος με έναν νέο, που θα περιλαμβάνει διαφορετικές, αλλά δομικά ομοιογενείς με τις προηγούμενες, εντολές και απαγορεύσεις. Εξ ου και τα παράδοξα του μεσσιανισμού, τα οποία εξέφρασε ο Σαμπετάι Σεβή με τη ρήση του «Η εκπλήρωση της Τορά είναι η παραβίασή της» ή ο Χριστός (πιο συγκρατημένα από τον Απόστολο Παύλο) με τη διατύπωση «οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι [τὸν νόμον]».

Έχοντας καταλήξει σ' έναν διαρκή συμβιβασμό με το νόμο, η εκκλησία πάγωσε το μεσσιανικό συμβάν, παραδίδοντας έτσι τον κόσμο στην εξουσία της κρίσεως, την οποία, ωστόσο, η εκκλησία διαχειρίζεται πονηρά μέσω της άφεσης αμαρτιών, με συγχωροχάρτια, εξομολογήσεις και μετάνοιες. (Ο Μεσσίας δεν έχει ανάγκη από μια τέτοια άφεση: το «ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προαναγγελία της μεσσιανικής εκπλήρωσης του νόμου). Το καθήκον το οποίο έχει αναθέσει ο μεσσιανισμός στη μοντέρνα πολιτική –να στοχαστούμε μια ανθρώπινη κοινότητα που δεν θα έχει (μόνο) τη μορφή του νόμου– εξακολουθεί να περιμένει τα μυαλά εκείνων που θα μπορούσαν να το αναλάβουν.

Giorgio Agamben [1996], "Σ’ αυτή την εξορία. Ιταλικό ημερολόγιο 1992-1994" [απόσπασμα], στο Μέσα χωρίς σκοπούς. Σημειώσεις πάνω στην πολιτική [Mezzi senza fine, Bollati Boringhicri editorc].