Friday, 24 January 2014

Στον αντίποδα των γεγονότων


Οι γόνοι της θανατοπολιτικής 
και τo εθνικό μας ναυάγιο


 «Το συμβάν είναι αυτό που απουσιάζει από τα γεγονότα,
αλλά με βάση το οποίο μπορεί να προσδιοριστεί η αλήθεια τους
».

-Αλαίν Μπαντιού, 
Η πολιτική και η λογική του συμβάντος.

photo: Dimitris Cosmidis



Στο μενού της «πολιτικής» γεγονοτολογίας των ημερών δεσπόζει το Β-movie του επαπειλούμενου μεγάλου τρομοκρατικού πλήγματος, το οποίο απεργάζεται ο βετεράνος της «17 Νοέμβρη» Χριστόδουλος Ξηρός και τα τσικό των «Πυρήνων της Φωτιάς» (μια υπερπαραγωγή του εγχώριου Bollywood), τα αναπόφευκτα «οικονομικά» σκάνδαλα, στο στάδιο πλέον της δικαστικής διερεύνησης, η τιτάνια προσπάθεια των 58 plus για τη συγκρότηση «κεντροαριστερού» φορέα, η «δημοσκοπική» άνοδος του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. (Τα εισαγωγικά στις λέξεις που αναφέρονται στην τρομοκρατία, την πολιτική, την οικονομία, την κεντροαριστερά και τις δημοσκοπήσεις ας εκληφθούν ως ενδείκτες ευφημισμού).

Στον αντίποδα αυτών των γεγονότων που συμφύρονται στους καθοδικούς σωλήνες των τηλεοπτικών μας δεκτών και των ευφήμων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, κι ενώ ελικόπτερα πηγαινοέρχονται αδιαλείπτως στον αττικό ουρανό για να μας υπενθυμίσουν το αδιαμφισβήτητο γεγονός της ελληνικής προεδρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα ναυάγιο στοιχειώνει τον γεγονοτολογικό μας ορίζοντα. Είναι άραγε ο θάνατος δώδεκα «λαθραίων» ανθρώπων, τριών γυναικών και εννέα νηπίων, αυτό που σκιάζει την προφάνεια των γεγονότων
; Είναι μήπως η προσθήκη μιας ακόμη λαμπρής σελίδας στο  success story της μεταναστευτικής πολιτικής της «κυβέρνησης» Σαμαρά-Βενιζέλου, αυτό που αμαυρώνει τις φιλελεύθερες αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα περίφημα Δικαιώματα του Ανθρώπου, όπως καταγγέλλουν διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις και φορείς; Ήταν ατύχημα ή εγκληματική πράξη; Κι αν πρόκειται για  έγκλημα, για τι είδους έγκλημα μιλάμε, στιγμιαίο ή διαρκές, διά παραλείψεως ή εκ προθέσεως, κολάσιμο ή μη;

«Στα νερά της Λέρου, στον πάτο του Αιγαίου, χτίζεται η ασφάλεια του κάθε Ευρωπαίου», φωνάζαμε κάποιοι ευάριθμοι στο λιμάνι του Πειραιά, το πρωί της Πέμπτης, 23 Ιανουαρίου, κατά την υποδοχή των επιζησάντων από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, τη δική μας Λαμπεντούζα. Με το άνοιγμα της μπουκαπόρτας του πλοίου, τα βλέμματά μας αναζητούσαν επίμονα, ανάμεσα στους ταξιδιώτες, τους μάρτυρες της τραγωδίας
: κι όταν ξεπρόβαλε η μικρή πομπή των «λαθραίων» ανθρώπων από το Αφγανιστάν και τη Συρία -κάποιοι με βρέφη στην αγκαλιά-, αντικρίσαμε πρόσωπα βουβά, συντετριμμένα, στόματα που δυσκολεύονταν να ψελλίσουν κάποιες φράσεις στις εξωτικές λαλιές τους, που πνίγονταν από την εσωτερική ταραχή και τη νωπή μνήμη των πνιγμών. Κι όμως μίλησαν, άνθρωποι που έχασαν ολόκληρες οικογένειες, γυναίκες και παιδιά, με όλη την ευγλωττία που επιτρέπει η πρόσφατη γεύση του θανάτου«Οι λιμενικοί τους πέταξαν στη θάλασσα, αναποδογυρίζοντας το πλοιάριο και τους έβριζαν. [...] Προσπαθούσαν ν’ ανέβουν στο σκάφος του λιμενικού και οι λιμενικοί τους χτυπούσαν με τα όπλα τους για να πέσουν πάλι στη θάλασσα. [...] Οι λιμενικοί με εμπόδισαν να ρίξω σωσίβιο στην θάλασσα την ώρα που πνίγονταν οι δικοί μου. [...] Οι λιμενικοί αντί να βοηθήσουν όσους πνίγονταν τραβούσαν βίντεο».

Κι ήλθε η απάντηση από υπεύθυνα χείλη, διά στόματος
κυρίου Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, αρμοδίου Υπουργού Ανέμων και Υδάτων, μαζί με οδηγίες προς ναυτιλομένους: «Ήταν ακυβέρνητο το σκάφος. […] Έσπευσε εν μέσω θαλασσοταραχής σκάφος του λιμενικού για να μπορέσει να το ρυμουλκήσει. Έπεσε μια γυναίκα κι ένα παιδί στη θάλασσα, γυρίσανε οι μετανάστες όλοι προς αυτή την πλευρά με συνέπεια να τουμπάρει το σκάφος, η γυναίκα και το παιδί. Άλλοι διασώθηκαν, αλλά άλλοι χάθηκαν. […] Δεν ισχύει καθόλου, ότι ρυμουλκούσαμε το σκάφος προς τις τουρκικές ακτές, φαίνεται και από τα στίγματα. […] Ο Μούιζινιεκς [σ.σ επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης] και διάφοροι άλλοι θέλουν να προκαλέσουν πολιτικό θέμα στην Ελλάδα. Κανένας ούτε από το ΠΑΣΟΚ ούτε από το ΣΥΡΙΖΑ έχει έρθει για να ενημερωθεί». Και ως κατακλείδα: «Δεν μπορούν όλα αυτά να αποτελούν αντικείμενο χαζής εκμετάλλευσης, δεν πιστεύω ότι κανείς θέλει να ανοίξουμε τις πύλες και όλοι οι μετανάστες να απολαμβάνουν άσυλου στη χώρα». Ούτε καν ένα φύλλο συκής δεν επιχείρησε να εξασφαλίσει  ο πολιτικός ανήρ και γόνος του κομματικού σωλήνα, ούτε καν μια Ένορκη Διοικητική Εξέταση δεν έκρινε σκόπιμο να διατάξει εγκαίρως, προκειμένου να σωθούν, in extremis έστω, τα προσχήματα.

Αλλά ακόμη πιο εύγλωττα είχε μιλήσει, σε ανύποπτο χρόνο,
τον Απρίλιο  του 2011, ένας άλλος γόνος, του νεοφασιστικού σωλήνα αυτή τη φορά, ο υιός του ιδρυτή της οργάνωσης «4η Αυγούστου» Κωνσταντίνου Πλεύρη, Θάνος Πλεύρης, τότε βουλευτής του ΛΑ.Ο.Σ, νυν σύμβουλος του Υπουργού Εθνικής Υγείας και Φρονημάτων,  Αδώνιδος Γεωργιάδη. Αναφερόμενος στον ιό του Ισλάμ που επιχειρεί ύπουλα να μολύνει την Ευρώπη περνώντας μέσα από την Ελλάδα, ο προαναφερθείς Θανασάκης είπε και ελάλησεν«Φύλαξη των συνόρων δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς να υπάρχουν απώλειες. Και για να γίνω κατανοητός, εάν δεν υπάρχουν νεκροί. [...] Όταν θα έρθεις εδώ, όχι κοινωνική παροχή θα έχεις, δεν θα μπορείς να φας, δεν θα μπορείς να πιεις, δεν θα μπορείς να πας σε νοσοκομείο, και θα λες στους άλλους στο Πακιστάν εδώ πέρα περνάμε χειρότερα απ’ ό,τι στο Πακιστάν.  Αν δεν περνάνε χειρότερα θα έρχονται. Πρέπει να περνάνε χειρότερα. Η ζωή τους, η κόλαση, θα φαντάζει παράδεισος σ’ αυτό που ζούνε εδωπέρα» (το σχετικό video εδώ).

Αμ
 έπος, αμ’ έργον! Όπως περιγράφει η Μ. Κατσιβέλη, από τους ανθρώπους που κινητοποιήθηκαν στη Λέρο για να προσφέρουν ρούχα και φροντίδα στους διασωθέντες από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, «μετά την αρχική φιλοξενία σε πανσιόν, κατόπιν κρατήθηκαν για περίπου 30 ώρες σε κρατητήριο [...] ήταν συγκλονιστικό να βλέπεις κάτω στο τσιμέντο αυτούς τους ανθρώπους που είχαν χάσει μέλη των οικογενειών τους. [...] Οι άνθρωποι αυτοί χρειάζονταν ψυχολογική υποστήριξη, όχι κρατητήριο. Οσο για τα εισιτήριά τους για να μεταβούν στον Πειραιά, κανείς κρατικός φορέας δεν ενδιαφέρθηκε, και τελικά απευθυνθήκαμε στην "Αλληλεγγύη για όλους" που ανταποκρίθηκε άμεσα».

Η θερμή ελληνική κρατική φροντίδα για τους επιζήσαντες εκδηλώθηκε και σήμερα, Παρασκευή, στην Αθήνα
: Ένας από τους ναυαγούς βγήκε στην Ομόνοια, μαζί με τον πρόεδρο της Αφγανικής Κοινότητας, να πάρει τσιγάρα, και αστυνομικός τον σταμάτησε ζητώντας του χαρτιά. Παρά τις σχετικές εξηγήσεις, ακολούθησε προσαγωγή στο τμήμα Ομονοίας.

Βεβαίως στην επιτέλεση αυτής της εθνοσωτήριας αποστολής έχει μεγαλουργήσει η μέχρι πρότινος τελούσα στο απυρόβλητο Χρυσή Αυγή. Όμως ποιος μίλησε για ασυνέχεια κράτους και παρακράτους όταν έχουμε να κάνουμε με τόσο επείγοντα εθνικά θέματα
; Πόσω μάλλον όταν άπτονται καίριων ζητημάτων ευρωπαϊκής ασφάλειας. Νομικοί πολιτισμοί, διεθνείς συμβάσεις για τους πρόσφυγες, Συμβούλια της Ευρώπης, ανθρώπινα δικαιώματα, αποδεικνύονται χάρτινες βαρκούλες για τους εγχώριους ανθυποσεκιουριτάδες της FRONTEX που παριστάνουν τους άγρυπνους ακρίτες και βιγλάτορες του απειλούμενου Ευρωφρουρίου.

 Όσο η κατάσταση εξαίρεσης και το κράτος έκτακτης ανάγκης παγιώνεται, τα Φαρμακονήσια της θανατοπολιτικής θα συνεχίσουν να δολοφονούν ανθρώπους. Μαζί όμως με τις ανθρώπινες ζωές, πεθαίνει και η πολιτική, όσο αυτή ενδίδει στη φενάκη των «γεγονότων», στην τυραννία της επικρατούσας γεγονοτολογίας. Ναι, το συμβάν, το μόνο ίσως δυνατό μέτρο αποτίμησης της αλήθειας, φαίνεται να απουσιάζει. Kι όμως, για να θυμηθούμε τον Σπινόζα, τον ενάρετο εραστή της αληθούς φιλοσοφίας, «το αληθές είναι δείκτης του εαυτού του, όπως επίσης της πλάνης». 

Χθες, στο λιμάνι του Πειραιά, ένας ανώνυμος Αφγανός που επέζησε από το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, είπε απλά και καθαρά μπροστά στις κάμερες
«το μόνο που ζητάμε είναι να βρεθούν οι νεκροί μας». Πριν λίγες μέρες, ο Πακιστανός Χαντίμ Χουσείν, μιλώντας στα Άνω Πετράλωνα, εκεί όπου έπεσε νεκρός από τις μαχαιριές των Χρυσαυγιτών ο γιος του, Σαχζάτ Λουκμάν, ζήτησε δημόσια ένα και μόνο πράγμα: Δικαιοσύνη. Άραγε ποιο Δίκαιο και ποιος Νόμος, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, θα διασώσει το δίκιο της Αντιγόνης, αψηφώντας το άδικο του Κρέοντα;



photo: Dimitris Cosmidis

Tuesday, 21 January 2014

Giorgio Agamben: Μετανοείτε!


Για τι πράγμα μετανοούν οι Ιταλοί; Πρώτα άρχισαν να μετανοούν μέλη των Ερυθρών Ταξιαρχιών και μαφιόζοι, κι έκτοτε έχουμε γίνει μάρτυρες μιας ατέρμονης παρέλασης από αγριωπά πρόσωπα με ακλόνητες πεποιθήσεις, πρόσωπα αποφασισμένα μέσα στην αμφιταλάντευσή τους. Κάποτε, στην περίπτωση των μαφιόζων, το πρόσωπο μένει στη σκιά, έτσι ώστε να μην είναι αναγνωρίσιμο, και –σάμπως μέσα από φλεγόμενη βάτο– ακούγεται "μόνο μια φωνή”. Αυτή η υποχθόνια φωνή που βγαίνει από τη σκιά είναι το κάλεσμα της συνείδησης στις μέρες μας, λες και η εποχή μας δεν γνωρίζει καμία άλλη ηθική εμπειρία έξω από τη μετάνοια. Κι όμως, εδώ ακριβώς είναι που προδίδεται η ασυνέπειά της. Διότι η μετάνοια είναι η πιο ύποπτη από τις ηθικές κατηγορίες, και δεν είναι καν βέβαιο ότι συγκαταλέγεται στις αυθεντικές ηθικές έννοιες. Είναι γνωστή η  αποφασιστική χειρονομία του Σπινόζα να αρνηθεί στη μετάνοια κάθε δικαίωμα πολιτογράφησης στην Ηθική του: όποιος μετανοεί, λέει ο Σπινόζα, είναι διπλά επαίσχυντος: πρώτον επειδή έχει διαπράξει κάτι για το οποίο θα ’πρεπε να ‘χει μετανιώσει, και δεύτερον γιατί έχει μετανιώσει. Αλλά η μετάνοια, από τη στιγμή που διεισδύει δυναμικά στο δόγμα και την ηθική του καθολικισμού, εμφανίζεται ήδη ως πρόβλημα. Πράγματι, πώς μπορεί να αποδειχθεί η γνησιότητα της μετάνοιας; Εδώ, οι Καθολικοί χωρίστηκαν στα δύο, με τον Πέτρο Αβελάρδο από τη μια, σύμφωνα με τον οποίο το μοναδικό προαπαιτούμενο ήταν η “συντριβή της καρδίας”, και από την άλλη  τους οπαδούς των Κανόνων της Μετανοίας [που διέπουν το μυστήριο της εξομολόγησης και ορίζουν τα σχετικά επιτίμια], για τους οποίους δεν ήταν τόσο σημαντική η ανεξιχνίαστη εσωτερική προδιάθεση του μετανoούντος, όσο η αδιαμφιβήτητη επιτέλεση εξωτερικών πράξεων μετανοίας. Το όλο ζήτημα εγκλωβίστηκε σ’ ένα φαύλο κύκλο: οι εξωτερικές πράξεις έπρεπε να πιστοποιούν τη  γνησιότητα της μετάνοιας και η εσωτερική συντριβή έπρεπε να εγγυάται την ειλικρίνεια των έργων.  Είναι η ίδια λογική που διέπει τις δίκες των ημερών μας, όπου εγγύηση για την ειλικρινή μεταμέλεια κάποιου είναι η καταγγελία των συντρόφων του, και όπου η εσωτερική μετάνοια αποτελεί εγγύηση για την αξιοπιστία της καταγγελίας.

Άλλωστε, το γεγονός ότι η μετάνοια έχει καταλήξει στις αίθουσες των δικαστηρίων δεν είναι τυχαίο. Η αλήθεια είναι ότι η μετάνοια αυτοπαρουσιάζεται εξαρχής ως ένας αμφιλεγόμενος συμβιβασμός ανάμεσα στην ηθική και το νόμο. Βοηθούσης της μετανοίας, μια θρησκεία που τα 'χει ήδη βρει μέσες άκρες με την κοσμική εξουσία επιχειρεί, χωρίς να τα καταφέρνει, να δικαιολογήσει τον  συμβιβασμό της, εγκαθιστώντας μια σχέση ισοδυναμίας ανάμεσα στη μετάνοια και το επιτίμιο, ανάμεσα στο έγκλημα και την αμαρτία. Όμως δεν υπάρχει ασφαλέστερη μαρτυρία για την ανεπανόρθωτη χρεωκοπία κάθε ηθικής εμπειρίας από το να συγχέουμε τις ηθικοθρησκευτικές κατηγορίες με τις νομικές έννοιες. Σήμερα, οι ηθικολογούντες δεν έχουν στα χείλη τους παρά μόνο νομικές κατηγορίες, κι εκεί όπου θεσπίζονται νόμοι και διεξάγονται δίκες, η μεταχείριση που επιφυλάσσεται στις ηθικές έννοιες θυμίζει, αντίθετα, το τσεκούρι που κραδαίνει ο ρωμαίος ραβδούχος.

Η σοβαροφάνεια με την οποία οι πολιτικοί σπεύδουν να χαιρετίσουν την εισαγωγή της μετάνοιας –ως αδιαμφισβήτητη πράξη συνείδησης– σε ποινικούς κώδικες και νόμους, αποτελεί τεκμήριο ακόμα μεγαλύτερης ανευθυνότητας. 
 Διότι, αν είναι όντως αξιολύπητος εκείνος που, εξωθούμενος από μια κάλπικη πεποίθηση, παίζει ολόκληρη την εσωτερική του εμπειρία σε μια ψευδή έννοια, ίσως υπάρχει ακόμα γι’ αυτόν κάποια ελπίδα. Όμως για τους ηθικολογούντες βαρόνους των ΜΜΕ και τους τηλεεισαγγελείς που έχουν χτίσει τις υπερφίαλες επιτυχίες τους πάνω στη δυστυχία του άλλου, γι’ αυτούς, όχι, δεν υπάρχει καμία απολύτως ελπίδα.
Giorgio Agamben [1996], "Σ’ αυτή την εξορία. Ιταλικό ημερολόγιο 1992-1994" [απόσπασμα], στο Μέσα χωρίς σκοπούς. Σημειώσεις πάνω στην πολιτική [Mezzi senza fine, Bollati Boringhicri editorc].


Wednesday, 15 January 2014

Giorgio Agamben: Κρίση, Ενοχή, Μεσσίας

Pen and watercolour of William Blake's A Vision of the Last Judgment, 1808.

H τιμωρία για όσους απομακρύνονται από την αγάπη είναι να παραδοθούν στην εξουσία της Κρίσεως: πρέπει να κρίνουν ο ένας τον άλλο.

Aυτό είναι το νόημα της κατίσχυσης του δικαίου στην εποχή μας: όλες οι άλλες εξουσίες, θρησκευτικές και ηθικές, έχουν χάσει την ισχύ τους και δεν επιβιώνουν παρά μόνο ως μείωση ή αναστολή της ποινής και σε καμία περίπτωση ως διακοπή ή άρνηση της κρίσεως. Έτσι, τίποτε δεν είναι πιο καταθλιπτικό από αυτή την άνευ όρων ισχύ των δικαιικών κατηγοριών σε έναν κόσμο όπου αυτές δεν απηχούν κανένα κατανοητό ηθικό περιεχόμενο: η ισχύς τους είναι πράγματι χωρίς νόημα, όσο ανεξιχνίαστη είναι, στην παραβολή του Κάφκα, και η έκφραση στο πρόσωπο του φρουρού του νόμου. Αυτή η απώλεια νοήματος, η οποία μετατρέπει και την επαρκέστερα αιτιολογημένη καταδικαστική απόφαση σε μια απαλλαγή λόγω αμφιβολιών (non liquet), έρχεται εκτυφλωτικά στο φως με τις ομολογίες του Μπετίνο Kράξι και των ισχυρών που μας κυβερνούσαν μέχρι χθες, τη στιγμή που πρέπει να παραδώσουν τη σκυτάλη σε άλλους, πιθανόν όχι καλύτερους από τους ίδιους. Διότι, εδώ, το να αναγνωρίσεις την ενοχή σου συνιστά αμέσως μια καθολική επίκληση της συνενοχής του καθενός απέναντι σε όλους τους άλλους, κι εκεί όπου όλοι είναι ένοχοι η κρίση είναι τεχνικά αδύνατη. (Ακόμη και ο Κύριος την Ημέρα της Κρίσεως θα απέφευγε να βγάλει απόφαση αν είχε να κάνει μόνο με καταδικασμένους). Εκεί, ο νόμος θα αποσυρόταν στην αρχέγονη προσταγή η οποία, σύμφωνα με την πρόθεση του Απόστολου Παύλου, εκφράζει την εσωτερική του αντίφαση: Ἔνοχος ἔσται!

Τίποτε δεν φανερώνει καλύτερα την οριστική έκπτωση της χριστιανικής ηθικής της αγάπης, ως δύναμης που ενώνει τα ανθρώπινα όντα, από αυτή την πρωτοκαθεδρία του δικαίου. Αλλά έτσι προδίδεται και η άνευ όρων εγκατάλειψη κάθε μεσσιανικής πρόθεσης εκ μέρους της Εκκλησίας του Χριστού. Και τούτο διότι ο Μεσσίας είναι η μορφή μέσα από την οποία η θρησκεία έρχεται αντιμέτωπη με το πρόβλημα του νόμου, μέσα από την οποία θρησκεία και νόμος έρχονται σε τελική αναμέτρηση και λύνουν οριστικά τους λογαριασμούς τους. Στην πραγματικότητα, τόσο στον ιουδαϊσμό όσο και στον χριστιανισμό και το σιιτικό Ισλάμ, το μεσσιανικό συμβάν σηματοδοτεί πρωτίστως μια κρίση και μια ριζική μεταμόρφωση στην ίδια τη νομική τάξη της θρησκευτικής παράδοσης. Ο παλαιός νόμος (η Τορά της Δημιουργίας), που ήταν σε ισχύ έως τότε, παύει να είναι σε ισχύ· όμως, προφανώς, το ζήτημα εδώ δεν είναι να υποκατασταθεί ο παλαιός νόμος με έναν νέο, που θα περιλαμβάνει διαφορετικές, αλλά δομικά ομοιογενείς με τις προηγούμενες, εντολές και απαγορεύσεις. Εξ ου και τα παράδοξα του μεσσιανισμού, τα οποία εξέφρασε ο Σαμπετάι Σεβή με τη ρήση του «Η εκπλήρωση της Τορά είναι η παραβίασή της» ή ο Χριστός (πιο συγκρατημένα από τον Απόστολο Παύλο) με τη διατύπωση «οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι [τὸν νόμον]».

Έχοντας καταλήξει σ' έναν διαρκή συμβιβασμό με το νόμο, η εκκλησία πάγωσε το μεσσιανικό συμβάν, παραδίδοντας έτσι τον κόσμο στην εξουσία της κρίσεως, την οποία, ωστόσο, η εκκλησία διαχειρίζεται πονηρά μέσω της άφεσης αμαρτιών, με συγχωροχάρτια, εξομολογήσεις και μετάνοιες. (Ο Μεσσίας δεν έχει ανάγκη από μια τέτοια άφεση: το «ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η προαναγγελία της μεσσιανικής εκπλήρωσης του νόμου). Το καθήκον το οποίο έχει αναθέσει ο μεσσιανισμός στη μοντέρνα πολιτική –να στοχαστούμε μια ανθρώπινη κοινότητα που δεν θα έχει (μόνο) τη μορφή του νόμου– εξακολουθεί να περιμένει τα μυαλά εκείνων που θα μπορούσαν να το αναλάβουν.

Giorgio Agamben [1996], "Σ’ αυτή την εξορία. Ιταλικό ημερολόγιο 1992-1994" [απόσπασμα], στο Μέσα χωρίς σκοπούς. Σημειώσεις πάνω στην πολιτική [Mezzi senza fine, Bollati Boringhicri editorc].