Τον τελευταίο καιρό με τρώει το χέρι μου να καταπιαστώ με μια αρχαιολογία του κυβερνητικού επιχειρήματος περί πολιτικής ή άλλης ευθύνης, το οποίο μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: "Μπορώ να έχω κάνει και τα δύο: και να έχω κάνει αυτό που έχω κάνει, και να μην το έχω κάνει. Αν δεν το έχω κάνει, τότε αυτό που έχω κάνει δεν είναι καμωμένο. Εφ' όσον αυτό που έχω κάνει δεν είναι καμωμένο, έχω κάνει το μη-καμωμένο. Συνεπώς κάθε καταλογισμός υπαιτιότητας είτε για το τι έχω
κάνει είτε για το τι δεν έχω κάνει εξυπηρετεί την τοξικότητα των άκρων και ανοίγει τον δρόμο στην αποσταθεροποίηση».
"Ἐπεὶ δὲ πολιτεία μὲν καὶ πολίτευμα σημαίνει ταὐτόν, πολίτευμα δ᾿ ἐστὶ τὸ κύριον τῶν πόλεων, ἀνάγκη δ᾿ εἶναι κύριον ἢ ἕνα ἢ ὀλίγους ἢ τοὺς πολλούς. "
Κάνοντας τη διαπίστωση ότι, στην τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα, η προστασία του πολιτεύματος, δηλαδή η εν τοις πράγμασι εφαρμογή του Συντάγματος, επαφίεται στην ερμηνευτική (ενδεχομένως και καζουιστική) δεινότητα και κυριαρχία του ενός (ή και των ολίγιστων) έναντι των πολλών, δεν μπορώ παρά να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι η περίφημη «αποσταθεροποίηση», όπως επισείεται ως φόβητρο σε ένα κρεσέντο δημιουργικής ασάφειας από κυβερνητικά χείλη, μπορεί να αφορά ταυτόχρονα την υφιστάμενη διακυβέρνηση και την ισχύουσα συνταγματική τάξη, δηλαδή το ίδιο το πολίτευμα. Πώς όμως μπορεί ο νόμος, ως εντολή του ενός, να μεταφραστεί σε εκτέλεση των πολλών σε σχέση με αυτόν; Αυτή η διπολικότητα μεταξύ νομιμότητας και νομιμοποίησης της εξουσίας του ενός, αλλά και η αμφισβήτησή της, θα μπορούσε να μας πάει μακριά, στα αειθαλή χωράφια της πολιτικής θεολογίας, από τον Θωμά Ακινάτη και τον Ιερό Αυγουστίνο μέχρι τον Μάξιμο Ομολογητή, από τον Ernst Kantorowicz και τα «Δύο σώματα του Βασιλιά» μέχρι τον Carl Schmitt. Και όπως παρατήρησε πρόσφατα ο αγαπημένος μου Giorgio Agamben: «Η πρωτοκαθεδρία της κυβέρνησης έναντι του βασιλείου και της διοίκησης έναντι του συντάγματος που βιώνουμε σήμερα δεν είναι στην πραγματικότητα χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της Δύσης. Έφτασε στην πρώτη και ριζική διατύπωσή της με την επεξεργασία του δόγματος του rex inutilis τον 13ο αιώνα. Με βάση αυτές τις επεξεργασίες, το 1245, ο Πάπας Ιννοκέντιος Δ΄, κατόπιν αιτήματος του πορτογαλικού κλήρου και της αριστοκρατίας, εξέδωσε το διάταγμα Grandi non immerito, με το οποίο απέπεμψε τον βασιλιά Σάντσο Β΄ από τη διακυβέρνηση του βασιλείου της Καστίλης και Λεόν, το οποίο είχε αποδειχθεί ανίκανος να κυβερνήσει, αναθέτοντας στον αδελφό του Αλφόνσο της Βουλώνης την cura et administratio generalis και αφήνοντας, ωστόσο, στον Σάντσο τη βασιλική του αξιοπρέπεια. Η διττή δομή της κυβερνητικής μηχανής εμπεριέχει τη δυνατότητα να αμφισβητηθεί η διπολικότητα στην οποία αρθρώνεται, εάν πάψει να είναι λειτουργική για το σύστημα». Ες αύριον λοιπόν τα σπουδαία….